Υστερα από κάθε εκλογική αναμέτρηση στα πολιτικά κόμματα, και δη στα λεγόμενα κόμματα εξουσίας, αναζητούν τους υπευθύνους της ήττας ή έστω κάποιους για να τη χρεώσουν. Ενίοτε απλώς την πληρώνουν εξιλαστήρια θύματα για να αμβλυνθούν οι δυσμενείς εντυπώσεις. Σε κάθε περίπτωση αυτοί που συγκεντρώνουν πρωτίστως τα εσωκομματικά πυρά είναι οι εκάστοτε αρμόδιοι επί της οικονομικής πολιτικής, ανεξαρτήτως αν τα πάνε καλά ή άσχημα. Από αυτή την ιδιότυπη παράδοση δεν μπορεί να ξεφύγει ούτε το σημερινό οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, και κυρίως ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Παπακωνσταντίνου, ο οποίος φέρει το βάρος των αποφάσεων μιας επώδυνης πολιτικής που έκοψε μισθούς και συντάξεις για να σωθεί η χώρα από τη χρεοκοπία.
Ολα αυτά ασφαλώς και αποφασίσθηκαν μαζί με τον κ. Γ. Παπανδρέου, αλλά ο πρωθυπουργός είναι εκείνος που διορίζει τους υπουργούς και όχι το αντίστροφο. Η επιλογή του κ. Παπανδρέου πάντως να θέσει με δραματικό τρόπο δίλημμα εν όψει της αναμέτρησης της 7ης Νοεμβρίου έχει δημιουργήσει συνθήκες πόλωσης στο επίπεδο της πολιτικής αντιπαράθεσης, αλλά μένει να αποδειχθεί αν θα οδηγήσει και σε συσπείρωση τους απογοητευμένους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, που βιώνουν όπως όλοι οι πολίτες τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και των μέτρων που έλαβε η κυβέρνηση για να αποσοβήσει το μοιραίο.
Στο παρασκήνιο της πολιτικής συζήτησης πολλοί είναι εκείνοι που εκτοξεύουν δηλητηριώδη σχόλια σε βάρος του υπουργού Οικονομικών, λες και εκείνος που ανέλαβε να βγάλει το φίδι από την τρύπα ευθύνεται για όσα μας οδήγησαν στο χείλος της αβύσσου. Του καταλογίζουν βεβαίως αδράνειες και υστερήσεις στη διαχείριση του υπουργείου του, όπως για παράδειγμα την καθυστερημένη τοποθέτηση διευθυντών στις εφορίες, με συνέπεια τα γνωστά πενιχρά αποτελέσματα στη μάχη για την αύξηση των εσόδων. Ο κ. Παπακωνσταντίνου πάντως επιμένει στις επιλογές του και δηλώνει ότι δεν θα γίνει «Ιφιγένεια» του ΠΑΣΟΚ,